ἀναλίσκομαι

ἀναλίσκομαι
ἀνᾱλίσκομαι , ἀναλίσκω
use up
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εκτοξεύω — (Α ἐκτοξεύω) νεοελλ. 1. ρίχνω με ορμή, εκσφενδονίζω, εκτινάσσω 2. μτφ. (για δυσάρεστα λόγια) απευθύνω, εκστομίζω με θυμό («εκτόξευσε απειλές, κατηγορίες») αρχ. 1. ρίχνω βέλη με τόξο, τοξεύω 2. ρίχνω βέλη ώσπου να αδειάσει η φαρέτρα 3. μτφ.… …   Dictionary of Greek

  • εκφθίνω — ἐκφθίνω (Α) 1. καταστρέφομαι εντελώς, εξαφανίζομαι 2. (για πράγματα) αναλίσκομαι, ξοδεύομαι εντελώς …   Dictionary of Greek

  • ιερώνω — και ιερώ (ΑΜ ἱερῶ, όω και άω, δωρ. τ. ἱαρόω, παθ. τ. ἱεροῡμαι, όομαι και ἱερῶμαι, άομαι και ιων. ἱράομαι και δωρ. ἱερεοῡμαι, όομαι) κάνω κάτι ιερό, αφιερώνω, καθιερώνω, κάνω ανάθημα (νεοελλ. μσν.) (η μτχ. παθ. παρακμ. ως ουσ.) ιερωμένος αυτός που …   Dictionary of Greek

  • ՃԱՐԱԿ — (ի, աց. եւ ոչ, ոց.) NBH 2 0174 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 7c, 9c, 10c, 11c, 12c գ. νομή, βόσκημα, βρῶσις pabulum, pasculum, esca, cibus. Դարման. պարէն. կուր. բուտ. արօտ. խար. կերակուր անասնոց. սէզ. դալարի. արծելու …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”